top of page

Ο ονειρευτής των άστρων : Konstantin Tsiolkovsky

Γράφει ο Έρικ Σμυρναίος

Υπάρχουν κάποιοι άνθρωποι που διαφέρουν. Είναι πολύ δυνατοί. Ξεπερνάνε συντριπτικά προβλήματα και αφιερώνουν τη ζωή τους σ’ ένα όραμα, σ’ ένα σκοπό που είναι μεγαλύτερος απ’ τον μικρό τους εαυτό και τις εγωκεντρικές του ανάγκες. Επίσης, είναι ονειροπόλοι.  Ψυχανεμίζονται τις κρυφές ροές της ύπαρξης και κάνουν άλματα στο μέλλον. Κομίζουν παράξενα δώρα απ’ τα πεδία του αγνώστου που τολμούν να εξερευνήσουν και επιμένουν να τα μοιραστούν με μια κοντόθωρη ανθρωπότητα, ακόμα και όταν εκείνη τ’ απορρίπτει εξαιτίας της απύθμενης βλακείας της.

Ένας από αυτούς τους χαρισματικούς ανθρώπους ήταν ο Konstantin Eduardovich Tsiolkovsky ο οποίος γεννήθηκε στις 17 Σεπτεμβρίου του 1857, στο χωριό Izhevskoye, στην επαρχία Ryasan της Ρωσίας. Οι γονείς του ήταν μορφωμένοι αν και αρκετά φτωχοί. Ο πατέρας του, ένας έκπτωτος Πολωνός αριστοκράτης που είχε εξοριστεί στη Σιβηρία εξαιτίας των πολιτικών του δραστηριοτήτων, είχε να θρέψει μια μεγάλη οικογένεια με το μισθό ενός δασοκόμου.

Η μητέρα του, μια Ρωσίδα ταταρικής καταγωγής υπέφερε από πολλά προβλήματα υγείας. Στην ηλικία των 10 ετών ο νεαρός Τσιολκόφσκι έχασε σχεδόν εντελώς την ακοή του εξαιτίας της οστρακιάς, μιας πολύ σοβαρής ασθένειας που στις μέρες μας τείνει να εκλείψει, και αναγκάστηκε να παρατήσει το σχολείο.

Τέσσερα χρόνια αργότερα πέθανε η μητέρα του. Αυτά τα δυο χτυπήματα της μοίρας σημάδεψαν πολύ βαθιά τον χαρακτήρα του και τον μεταμόρφωσαν σ’ έναν μοναχικό και εσωστρεφή άνθρωπο που έμαθε να επιβιώνει μόνος του και να είναι αυτάρκης. Αρνήθηκε να ζήσει σαν αβοήθητος ανάπηρος εξαιτίας της κωφότητάς του και συνέχισε να μορφώνεται στο σπίτι του.

Ο πατέρας του που αναγνώρισε τη δίψα του για την απόκτηση της γνώσης τον έστειλε, στην τρυφερή ηλικία των 16 ετών στη Μόσχα για να παρακολουθήσει κάποιο κολλέγιο. Εκεί πέρα μελέτησε χημεία, μαθηματικά, αστρονομία και μηχανική, παρακολουθώντας διαλέξεις με τη βοήθεια ενός χωνιού που έβαζε στ’ αυτί του. Έζησε στη Μόσχα για τρία χρόνια, από το 1873 έως το 1876. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην πρωτεύουσα της τότε Ρωσικής αυτοκρατορίας, επισκεπτόταν τακτικά τις μεγαλύτερες βιβλιοθήκες της πόλης όπου και συνέχισε να μορφώνεται.

Σύντομα πέρασε μ’ επιτυχία τις κρατικές εξετάσεις για να γίνει εκπαιδευτικός και εστάλη σ’ ένα σχολείο στο Borovsk, εκατό χιλιόμετρα μακριά από τη Μόσχα όπου ξεκίνησε την καριέρα του ως δάσκαλος. Εκεί  γνώρισε και παντρεύτηκε την Varvara Yevgrafovna Sokolovaya ενώ εξακολούθησε ν’ ασχολείται με τη μεγάλη του αγάπη, την επιστήμη. Ακόμα και ως δάσκαλος, ο Tσιολκόφσκι έβρισκε πάντα χρόνο για να μαθαίνει.  Διάβαζε με λαχτάρα τα μυθιστορήματα του Ιουλίου Βερν, ειδικά αυτά που είχαν να κάνουν με διαστημικά ταξίδια και άρχισε να σκέφτεται τι θα χρειάζονταν προκειμένου να κατασκευαστεί στα αλήθεια ένα ιπτάμενο σκάφος βαρύτερου του αέρα.

Κάποια στιγμή, άρχισε να γράφει και αυτός διηγήματα επιστημονικής φαντασίας. Στις ιστορίες του εισήγαγε στοιχεία χειροπιαστής επιστήμης και τεχνολογίας και πρότεινε λειτουργικές λύσεις ως προς το ζήτημα του ελέγχου ενός πυραύλου καθώς κινείται ανάμεσα σε διαφορετικά πεδία βαρύτητας. Σταδιακά, ο Τσιολκόφσκι μετατοπίστηκε από τη .συγγραφή ιστοριών επιστημονικής φαντασίας στην συγγραφή θεωρητικών δοκιμίων και συγγραμμάτων πάνω σε θέματα όπως ήταν τα γυροσκόπια, η ταχύτητα διαφυγής, η αρχή της δράσης και της αντίδρασης και η χρήση των υγρών καυσίμων ως προωθητικό καύσιμο των πυραύλων. Πρότεινε όχι μόνο την εξερεύνηση του διαστήματος αλλά και την κατασκευή μόνιμων αποικιών στο διαστρικό χώρο.

 

Είχε ήδη αντιληφθεί ότι η ανθρωπότητα έπρεπε να οικοδομήσει ένα διαστρικό πολιτισμό προκειμένου να επιβιώσει. 

Απομονωμένος από τα επιστημονικά κέντρα της εποχής του και ζώντας σε μια εποχή όπου η Ρωσική ενδοχώρα φυτοζωούσε στο σκοτάδι της θρησκοληψίας και της άγνοιας, ο κωφός εκείνος δάσκαλος υποχρεώθηκε να κάνει τις δικές του ανακαλύψεις. Έτσι λοιπόν, όσο ζούσε στο Borovsk, ανέπτυξε τις εξισώσεις του πάνω στην κινητική θεωρία των αερίων. Έστειλε μάλιστα και ένα χειρόγραφο της δουλειάς του στη Ρωσική Φυσικοχημική Εταιρεία μόνο και μόνο για να ενημερωθεί απ’ τον διακεκριμένο χημικό Νιτιμίτρι Ιβάνοβιτς Μεντελέγιεφ ότι αυτές οι ανακαλύψεις είχαν ήδη γίνει πριν από 25 χρόνια. 

 

Δίχως να πτοηθεί απ’ αυτό και έχοντας την ενθάρρυνση του καλοπροαίρετου Μεντελέγιεφ, ο Τσιολκόφσκι συνέχισε την έρευνά του. Στο μεταξύ, εντυπωσιασμένη από την διανοητική ανεξαρτησία αυτού του νεαρού δασκάλου της επαρχίας, η Ρωσική Φυσικοχημική Εταιρεία τον κάλεσε να γίνει μέλος της.

Το 1892 ο Τσιολκόφσκι μεταφέρθηκε σ’ ένα άλλο διδακτικό πόστο στην Kaluga, όπου έμελε να ζήσει και για το υπόλοιπο της ζωής του. Εκεί, συνέχισε την έρευνα του πάνω στην αεροδυναμική επιστήμη.

Εκείνη την περίοδο καταπιάστηκε με ένα πολύ ενδιαφέρον ζήτημα: Την κατασκευή αποκλειστικά από μέταλλο ενός «πηδαλιουχούμενου αερόπλοιου». Εκείνη την εποχή δεν είχε εφευρεθεί ακόμα η λέξη αεροπλάνο ενώ τα μόνα μηχανήματα που μπορούσαν να πετάξουν ήταν τα αερόστατα.

Προκειμένου ν’ αποδείξει την αξία των πειραμάτων του, κατασκεύασε μια μικρή αεροσήραγγα, την πρώτη στη Ρωσία, στην οποία ενσωμάτωσε χαρακτηριστικά που θα του επέτρεπαν να εξετάσει τις αεροδυναμικές δυνατότητες μιας ποικιλίας αεροσκαφών. Εφόσον δεν είχε καμία οικονομική βοήθεια από την Ρωσική Φυσικοχημική Εταιρεία, αναγκάστηκε να ξοδέψει τις δικές του πενιχρές οικονομίες για να χτίσει τη σήραγγά του το 1897 όπου με τη βοήθειά της εξέτασε τις πτητικές δυνατότητες πάνω από 100 διαφορετικών αεροσκαφών με σχήματα κωνικά, κυλινδρικά, σφαιρικά και πεπλατυσμένα.  

Τα πειράματά που διεξήγαγε ήταν πολύ έξυπνα και εκλεπτυσμένα:

 

Μελέτησε τα αποτελέσματα της τριβής του αέρα πάνω στην επιφάνεια ενός αεροσκάφους και την άνωση που ασκούσε ένα ατμοσφαιρικό ρεύμα σ’ ένα αεροδυναμικό σώμα. Η Ρωσική Ακαδημία των Επιστημών έμαθε τελικά για τη δουλειά του και του πρόσφερε μια ετήσια οικονομική βοήθεια 470 ρουβλιών με την οποία ο Τσιολκόφσκι έφτιαξε μια ακόμα μεγαλύτερη αεροσήραγγα γεγονός που του επέτρεψε να αναπτύξει κάποια πολύ εξελιγμένα μοντέλα αεροσκαφών.

Εξάλλου, από το 1894 είχε ήδη σχεδιάσει ένα απόλυτα λειτουργικό μονοπλάνο το οποίο πέταξε τελικά το 1915, όταν το Ρωσικό κράτος ενδιαφέρθηκε να το τεστάρει  σε πραγματικές συνθήκες. Ενώ μάθαινε τα μυστικά της αεροδυναμικής, ο Τσιολκόφσκι άρχισε να αφιερώνει την προσοχή του και στα θέματα του διαστήματος.

Το 1895 εκδόθηκε το βιβλίο του «Όνειρα της Γης και του Ουρανού» και το 1896 δημοσίευσε ένα άρθρο πάνω στην δυνατότητα της επικοινωνίας με τους κατοίκους άλλων πλανητών. Το ίδιο έτος άρχισε να γράφει το μεγαλύτερο και πιο σοβαρό έργο του που είχε τον τίτλο «Η εξερεύνηση του Κοσμικού Διαστήματος μέσω των μηχανών αντίδρασης.»  

Μνημείο του Τσιολκόφσκυ , στη Brisbaine της Αυστραλίας

Εκεί ασχολούταν με τα θεωρητικά προβλήματα που προκύπτουν από τη χρήση πυραυλικών μηχανών στο διάστημα, συμπεριλαμβανομένων  της μεταφοράς θερμότητας, της κατασκευής ενός αποτελεσματικού μηχανισμού πλοήγησης, της αντιμετώπισης της θερμότητας που προκύπτει απ’ την τριβή τους με την ατμόσφαιρα και της διατήρησης της τροφοδοσίας του καυσίμου.

Αν και οι ρουκέτες είχαν ήδη εφευρεθεί και χρησιμοποιούνταν από τους Κινέζους από τον 12ο αιώνα μ.χ, ως όπλα που είχαν μετεξελιχθεί απ’ τα πυροτεχνήματα, πρώτος ο Τσιολκόφσκι, χρησιμοποιώντας την επιστήμη των μαθηματικών και της φυσικής, μελέτησε και προσομοίωσε τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσαν, αναπτύσσοντας έναν κλάδο μελέτης που ονόμασε «Οι δυναμικές των πυραύλων.»  

Το 1903 δημοσίευσε τις εξισώσεις του περί πυραυλικής σ’ ένα Ρωσικό περιοδικό ανεμοπορίας. Έχοντας πάρει το όνομα «Η φόρμουλα του Τσιολκόφσκι,» προσδιόριζαν τη μαθηματική σχέση που υπάρχει ανάμεσα στην ταχύτητα ενός πυραύλου, στην ταχύτητα εξόδου του αερίου προώθησης, στη μάζα του καθώς και στην απαιτούμενη ποσότητα  του προωθητικού καυσίμου.

Αυτές οι  εξισώσεις χρησιμοποιούνται ακόμα και σήμερα σε μεγάλο βαθμό για την κατασκευή των σύγχρονων διαστημικών σκαφών. Υπολόγισε επίσης-με μεγάλη ακρίβεια-ότι η απαιτούμενη ταχύτητα για να τεθεί ένα σκάφος σε τροχιά γύρω από τη Γη και να διατηρηθεί εκεί είναι 8 χιλιόμετρα το δευτερόλεπτο και αντιλήφθηκε ότι κάτι τέτοιο θα μπορούσε να γίνει δυνατό με τη χρήση ενός πολυόροφου πυραύλου που θα χρησιμοποιούσε καύσιμα από υγρό οξυγόνο και υδρογόνο. Επίσης, ήταν ο πρώτος άνθρωπος που συνέλαβε την ιδέα ενός διαστημικού ανελκυστήρα, έχοντας εμπνευστεί από την κατασκευή του Πύργου του Άιφελ το 1895 στο Παρίσι, μια ιδέα που πολύ αργότερα, στη δεκαετία του 1960-70  εξερεύνησε ο γνωστός Αμερικανός συγγραφέας; Επιστημονικής φαντασίας Άρθουρ Κλαρκ στο βιβλίο του «Οι πηγές του Παραδείσου.»

Ωστόσο, εκτός από την σωματική του αναπηρία που καθιστούσε δύσκολη την επικοινωνία του με τους ανθρώπους και τα προβλήματα που του δημιουργούσε το οπισθοδρομικό περιβάλλον της Τσαρικής Ρωσίας, η ζωή του επιφύλαξε πολλές ακόμα δυσάρεστες εκπλήξεις:       

 

Το 1902 ο γιος του Ιγκνάτι αυτοκτόνησε. Το 1908 μια μεγάλη πλημμύρα κατάστρεψε το σπίτι του και πολλά από τα επιστημονικά του υλικά. Η Ακαδημία των Επιστημών δεν αναγνώρισε την αξία των αεροδυναμικών του πειραμάτων και το 1914, στο Συνέδριο Αεροναυτικής στην Αγία Πετρούπολη, τα μεταλλικά μοντέλα του αντιμετωπίστηκαν με παγερή αδιαφορία. Ωστόσο από τα μέσα του 1920 και μετά, η αξία του αναγνωρίστηκε και κατά τα τελευταία 18 χρόνια της ζωής του, συνέχισε την έρευνά του, με την υποστήριξη-επιτέλους-του νεοσύστατου Σοβιετικού κράτους.  Το 1919 έγινε μέλος της Ακαδημίας Επιστημών της Σοβιετικής Ένωσης και στις 9 Νοεμβρίου του 1921 του δόθηκε μια ισόβια σύνταξη ως ανταμοιβή για τη συνεισφορά του στην εκπαίδευση και στην αεροναυτική.

 

 

Πέθανε στις 19 Σεπτεμβρίου του 1935 στην Kaluga της Ρωσίας όπου είχε περάσει τα περισσότερα χρόνια του σ’ ένα ξύλινο σπίτι, μακριά από τ’ αδιάκριτα βλέμματα των γειτόνων του όπου, όντας μοναχικός και εσωστρεφής, έμοιαζε παράξενος και πολύ εκκεντρικός στα μάτια των ανίδεων συμπατριωτών του.

Το έργο που άφησε πίσω του είναι πραγματικά εκπληκτικό. Κατά τη διάρκεια της ζωής του δημοσίευσε 88 έργα πάνω στα διαστημικά ταξίδια και σε σχετικά με αυτά θέματα. Σχεδίασε ρουκέτες με κατευθυνόμενους προωθητήρες, πολυώροφους πυραύλους, ρεαλιστικότατους διαστημικούς σταθμούς, αεροστεγείς θύρες από τις οποίες θα μπορούσαν οι αστροναύτες να βγαίνουν στο διάστημα, και ανακυκλώμενα βιολογικά συστήματα που θα παρέχουν οξυγόνο και τροφή στις διαστημικές αποικίες του μέλλοντος.

 Επίσης, πίστευε βαθιά στην ύπαρξη της εξωγήινης ζωής καθώς και της απεριόριστης ποικιλίας της καθώς και στην ύπαρξη εξωγήινων πολιτισμών. Το πιο σημαντικό βιβλίο του ήταν το «Κοσμική Φιλοσοφία,» που εκδόθηκε το 1932 όπου περιγράφει το απώτερο-και λαμπρό-μέλλον της ανθρωπότητας, την αναπόφευκτη κατάκτηση του διαστήματος, και την εξάπλωση του ανθρώπινου πολιτισμού στ’ αστέρια.

Η οπτική του ως προς το διαστημικό μέλλον του ανθρώπου ήταν οραματική και σχεδόν μυστικιστική.

Πίστευε ακράδαντα ότι η κατάκτηση των άστρων θ’ απελευθερώσει το ανθρώπινο είδος απ’ τα τυραννικά δεσμά της γήινης βαρύτητας και θα το ωθήσει στην πραγμάτωση του επόμενου εξελικτικού σταδίου του.

Από Homo Sapiens θα μεταμορφωθεί σε Homo Cosmicus, σ’ ένα πλάσμα αθάνατο και πανίσχυρο, απαλλαγμένο από τους επιβιωτικούς περιορισμούς της επίγειας ζωής. Στο βιβλίο του,  «Συλλογή διαστημικών Ταξιδιών» ξεδιπλώνει τις εκπληκτικές του ιδέες σχετικά με τη ζωή στο διάστημα, μιλάει για καταστάσεις μηδενικής βαρύτητας και για τις επιδράσεις τους στον ανθρώπινο οργανισμό.

Περιγράφει στεγανές αερόθυρες,  διαστημικές κατοικίες και συστήματα πλοήγησης πυραύλων. Δηλώνει εμφατικά ότι «Η Γη είναι το λίκνο της ανθρωπότητας αλλά η ανθρωπότητα δεν μπορεί να παραμείνει στο λίκνο της για πάντα.»

Με έναν συγκινητικό ενθουσιασμό αναρωτιέται

 

«Τo να πατήσουμε στην επιφάνεια των αστεροειδών, να σηκώσουμε με το χέρι μας μια πέτρα από τα Σελήνη, να παρατηρήσουμε τον Άρη από μια απόσταση  κάποιων δεκάδων χιλιομέτρων, το να προσγειωθούμε σε κάποιον δορυφόρο του ή ακόμα και στην επιφάνειά του, τι θα μπορούσε να είναι πιο υπέροχο;»

Νιώθει βέβαιος ότι «Από τη στιγμή που θα αρχίσουμε να χρησιμοποιούμε πυραυλικές συσκευές, μια καινούργια θαυμαστή εποχή θα ξεκινήσει για την αστρονομία. Η εποχή της πιο έντονης μελέτης του ουράνιου θόλου.» Η πίστη του στη δύναμη της διάνοιας του ανθρώπου είναι ακλόνητη: «Πρώτα γεννιέται η ιδέα, η φαντασίωση, το παραμύθι. Μετά, ο επιστημονικός υπολογισμός. Τελικά. η υλοποίηση στέφει το όνειρο.»  αναφέρει σε κάποιο απ’ τα βιβλία του.

 

«Οι άνθρωποι είναι αδύναμοι προς το παρόν, ωστόσο, μεταμορφώνουν την επιφάνεια της Γης. Μετά από εκατομμύρια χρόνια η δύναμη τους θα αυξηθεί τόσο πολύ ώστε θα αλλάξουν την επιφάνεια ολόκληρης της Γης, τους Ωκεανούς της, την ατμόσφαιρα και τους εαυτούς τους. Θα ελέγχουν το κλίμα και ολόκληρο το Ηλιακό Σύστημα όπως ακριβώς ελέγχουν και τη Γη. Θα ταξιδέψουν έξω από τα όρια του ηλιακού συστήματος, θα φτάσουν σε άλλους ήλιους, και θα χρησιμοποιήσουν τη φρέσκια ενέργειά τους αντί για την ενέργεια του ετοιμοθάνατου ήλιου τους

Στα μάτια του, το σύμπαν βρίθει από ζωή: «Ολόκληρο το σύμπαν είναι γεμάτο με τη ζωή τέλειων πλασμάτων» ενώ δεν θα αργήσει η μέρα που θα επικοινωνήσουμε με έλλογες διάνοιες που ζουν σε άλλους κόσμους καθόσον «Η ανθρωπότητα δεν θα παραμείνει για πάντα στη Γη αλλά αναζητώντας χώρο και φως θα αναδυθεί πρώτα δειλά πέρα από τα όρια της ατμόσφαιρας και μετά θα κατακτήσει όλο το διαστημικό χώρο του ηλιακού συστήματος

«Για μένα, η ρουκέτα είναι ο μόνος τρόπος—μια μόνο μέθοδος για να φτάσουμε στα βάθη του διαστήματος—αλλά δεν είναι αυτοσκοπός. ... Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι είναι πολύ σημαντικό να αποκτήσουμε πυραυλικά σκάφη γιατί αυτά θα βοηθήσουν την ανθρωπότητα να αποικίσει το σύμπαν. Αλλά αυτό στο οποίο έχω αφιερωθεί είναι η μετανάστευση….Η όλη ιδέα είναι να φύγουμε από τη Γη και να ζήσουμε σε διαστημικές αποικίες.»

«Ολόκληρη η ζωή μου αποτελείται από υποθέσεις, υπολογισμούς, πρακτικές εφαρμογές και δοκιμές. Πολλές ερωτήσεις παραμένουν αναπάντητες. Πολλές εργασίες αδημοσίευτες ή μη ολοκληρωμένες. Τα πιο σημαντικά πράγματα βρίσκονται μπροστά, στο μέλλον.»

Λίγο προτού πεθάνει στην ηλικία των 78 ετών στο σπίτι του στην Kaluga, στις 19 Σεπτεμβρίου 1935, έγραψε το εξής: «Όλη μου τη ζωή ονειρεύτηκα ότι εξαιτίας της δουλειάς μου η ανθρωπότητα θα προοδεύσει λιγάκι.»

Σήμερα, μαζί με τον Ρουμάνο Oberth και τον Αμερικανό Goddard ο Τσιολκόφσκι  απολαμβάνει τον τίτλο του πατέρα της πυραυλικής επιστήμης και ένας κρατήρας που βρίσκεται στην αθέατη πλευρά της Σελήνης φέρει τ’ όνομά του.

Κλείνοντας 

Το έργο του καθίσταται ακόμα πιο συγκλονιστικό από το γεγονός ότι έζησε σημαδεμένος από μια σοβαρή αναπηρία και σ’ ένα πολιτιστικό και οικονομικό περιβάλλον που ελάχιστα ευνοούσε την καλλιέργεια των μεγαλειωδών οραμάτων του.

 

Ωστόσο, φαίνεται ότι η χαλύβδινη θέληση με την οποία ήταν προικισμένος καθώς και η ακλόνητη πίστη που έτρεφε για τη δυνατότητα του ανθρώπου να  υπερβαίνει όλα τα εμπόδια, και κυρίως τους περιορισμούς του σώματός του, τον οδήγησαν σ’ ένα μονοπάτι μαγικό, που του επέτρεψε ν’ ατενίσει το λαμπρό μέλλον που έχει τη δύναμη να οικοδομήσει η ανθρωπότητα.

Τα λόγια του μοιάζουν με παράξενους χρησμούς που ηχούν επίκαιροι πιο πολύ από ποτέ, σήμερα, έναν σχεδόν αιώνα μετά το θάνατό του.

Αναρωτιέται κανείς πόσο δικαιωμένος θα ένιωθε αν μπορούσε να παρακολουθήσει τις εκτοξεύσεις των σύγχρονων διαστημικών πυραύλων που επιβεβαιώνουν πανηγυρικά την αλήθεια των οραμάτων του. Πόση χαρά θα του έδιναν οι εικόνες που στέλνουν τα σύγχρονα διαστημικά σκάφη από την επιφάνεια του Άρη και από τα βάθη του ηλιακού συστήματος αλλά και πόση απογοήτευση θα προκαλούσαν στην φωτισμένη ψυχή του οι ανόητες μικροπολιτικές της εποχής μας που περικόπτουν τους προϋπολογισμούς των διαστημικών προγραμμάτων και παρατείνουν τον περιορισμό της ανθρωπότητας σ’ έναν μικρό και ταλαιπωρημένο πλανήτη.      

Who is Who

Ο Έρικ Σμυρναίος είναι κατά το ήμισυ Έλληνας και κατά το ήμισυ Φιλανδός, και γεννήθηκε στην Αγγλία το 1970, όπου και σπούδασε Νομικά. Από το 1993 ζει και εργάζεται στην Ελλάδα όπου, στον ελεύθερο χρόνο του, αρέσκεται να γράφει διηγήματα και μυθιστορήματα που κινούνται στο χώρο του φανταστικού. Παρά το ότι η μητρική του γλώσσα δεν είναι τα ελληνικά, τα έργα του είναι γραμμένα σε αυτή τη γλώσσα, την οποία ο ίδιος θεωρεί “την τελειοτέρα όλων των γλωσσών”. Κατά τα άλλα, του αρέσει ο κινηματογράφος φαντασίας, με ιδιαίτερη προτίμηση στο είδος του μεταφυσικού θρίλερ και της επιστημονικής φαντασίας, το διάβασμα, οι πεζοπορίες στα συναρπαστικά ελληνικά βουνά και η εξερεύνηση μυστηριακών τόπων, κατά προτίμηση κατά τη διάρκεια της νύχτας.

 

Φιλοδοξεί μια μέρα να πατήσει το πόδι του στον πλανήτη Άρη, αν κι έχει αποδεχτεί πλέον το γεγονός ότι ένα τέτοιο ενδεχόμενο είναι μάλλον απίθανο. Τα τρία βιβλία του Συγγραφέα : α) Η Κυρά Της Πόλης β) Δεσμοί Αίματος γ) Η Εκδίκηση της Κασσάνδρας.

Επιστροφή 

Μοιραστείτε το άρθρο !

bottom of page